- συνοικίδιον
- συνοικ-ίδιον, τό, Dim. ofA
συνοικία 111
, Gorg. ap. Stob.4.51.28, Inscr.Délos 1416 B i 80, 106, ii 32 (ii B.C.), BGU1573.12 (ii A.D.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
συνοικία 111
, Gorg. ap. Stob.4.51.28, Inscr.Délos 1416 B i 80, 106, ii 32 (ii B.C.), BGU1573.12 (ii A.D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
συνοικίδιον — τὸ, Α [συνοικία] υποκορ. τού συνοικία … Dictionary of Greek
συνοικιδίου — συνοικίδιον neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)